16/11/13

Ομοίωμα δημοκρατίας

[Απόσπασμα από τον πρόλογο στο ομώνυμο βιβλίο του Στέφανου Ροζάνη, που θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Εξάρχεια]

ΤΟΥ ΟΡΕΣΤΗ ΤΑΤΣΗ

Από τη δράση του Δικτύου Νομαδικής Αρχιτεκτονικής, 
Μας έδιωξαν από δω. Περπατώντας στις διαδρομές των εκτοπισμένων: Μικροί σπόροι, 
στην 4η Μπιενάλε της Αθήνας, με τίτλο AGORA, 
που πραγματοποιείται στο Χρηματιστήριο της οδού Σοφοκλέους, έως την 1η Δεκέμβρη

Αυτό που με περιβάλλει είναι ένας θόρυβος
Αναρωτιέμαι αν μπορώ  να ξεχωρίσω λέξεις
Και αν οι λέξεις επιζούν μέσα στο θόρυβο
Αν συγχέονται και αν ο ήχος τους ηχεί πράγματι
Και δεν είναι παρά ένα με το θόρυβο
Στέφανος Ροζάνης, «Ομολογία»
από την συλλογή Κρύπτη, εκδ. Έρασμος 2006


Έχουν περάσει 230 χρόνια από την Διακήρυξη Ανεξαρτησίας των Ηνωμένων Πολιτειών και την Γαλλική Επανάσταση, κοντεύουν να συμπληρωθούν 100 χρόνια από την Οκτωβριανή  Επανάσταση και η πραγματικότητα για το σύνολο ανθρώπων στις Δυτικές κοινωνίες γίνεται όλο και περισσότερο δυσβάσταχτη. Οι κυβερνήσεις γίνονται αμείλικτες, καταδυναστεύουν και καταπατούν κάθε έννοια κοινωνικού κράτους και ατομικής ελευθερίας, νομοθετούν σε «καθεστώς έκτακτης ανάγκης» αμφισβητώντας ανοιχτά πλέον την διάκριση των εξουσιών. [...]Οι κατ’ επίφαση πολίτες των κατ’ επίφαση δημοκρατικών κρατών μοιάζουν ανήμποροι να αντιδράσουν, να θυμηθούν, ή τουλάχιστον να αναρωτηθούν τι είναι δημοκρατία και πώς κερδίζεται. Aντί να θυμηθούν ή να αναζητήσουν το παράδειγμα των Πολιτών της Παρισινής Κομούνας και των Ισπανών του 1936, τους Θαβωρίτες και τους Αναβαπτιστές του Μεσαίωνα, απλά προσεύχονται. Ο «λαός» αναζητεί έναν άλλο Μεσσία ή Μωυσή να ανοίξει τον δρόμο κόβοντας τη θάλασσα στα δύο και να τον οδηγήσει μακριά από την καταπίεση και τους αιμοσταγείς δυνάστες. Η έλευση του Μεσσία όμως αργεί και οι προφήτες αγνοούνται ή σιωπούν. Γιατί οι προφήτες δεν προφητεύουν; Γιατί δεν μας προφητεύουν την έλευσή Του; Δεν υπάρχουν προφήτες ή απλά σιωπούν; Να το πούμε διαφορετικά: Μα γιατί σιωπούν οι διανοούμενοι, οι άνθρωποι των γραμμάτων, οι δημιουργοί;

Λίγο πριν η ανθρωπότητα βρεθεί αντιμέτωπη με τη φασιστική λαίλαπα, με το Άουσβιτς, τη Χιροσίμα και την θηριωδία των Γκούλαγκ, «ο μαρξιστής και θεολόγος» Βάλτερ Μπένγιαμιν στις «Θέσεις για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας» προμηνύει με τη διττή του γραφή την έλευση του Ολοκληρωτισμού, όπως και ο Ερνστ Μπλοχ έχει εντοπίσει τα λάθη τόσο των Σοβιετικών και του Στάλιν όσο και αυτά των καπιταλιστών. [...] Ο Μπένγιαμιν, αρκετά χρόνια πριν ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν γράψει το βιβλίο του με τίτλο «Κατάσταση εξαίρεσης, όταν η ‘έκτακτη ανάγκη’ μετατρέπει την εξαίρεση σε κανόνα» που έχει σημαδέψει την εποχή μας, έγραφε:
«Η παράδοση των καταπιεσμένων μας διδάσκει ότι η ‘κατάσταση έκτακτης ανάγκης’ στην οποία ζούμε είναι ο κανόνας. Θα πρέπει να φτάσουμε σε μια σύλληψη της Ιστορίας που να ανταποκρίνεται σ’ αυτή την κατάσταση. Τότε θα είναι οφθαλμοφανές το χρέος μας να προκαλέσουμε ως συμβάν την αληθινή κατάσταση έκτακτης ανάγκης: κάτι που θα ενισχύσει τη θέση μας έναντι του φασισμού»
[...] Ο ίδιος, άλλωστε, επισημαίνει στο «Passagen Werk» ότι: «Η εμπειρία της γενιάς μας (είναι) ότι ο καπιταλισμός δεν θα πεθάνει από φυσικό θάνατο». Θα πρέπει να γίνει σαφές ότι ο Μεσσιανισμός δεν είναι μια προσευχή στον ουρανό για την έλευση του Θεανθρώπου, αλλά  προτροπή προς τον «Άλλο», τον κάθε Άλλο, όπως θα επεσήμανε ο Εμμανουέλ Λεβινάς, και μια σχέση ευθύνης με τον Άλλο Άνθρωπο:
«Πλησιάζοντας τον Άλλον Άνθρωπο με την ομιλία δεξιώνεσαι την έκφραση του η οποία ανά πάσα στιγμή υπερχειλίζει την ιδέα που μια σκέψη έχει γι’ αυτή. Συνεπώς δέχομαι κάτι από τον Άλλον Άνθρωπο επέκεινα της ικανότητας του Εγώ. Πράγμα που σημαίνει ότι έχω τη δυνατότητα του άπειρου».
Αν ο Άλλος μου δίνει την δυνατότητα του απείρου κι Εγώ με τη σειρά μου σε Εκείνον, τότε ο Άλλος είναι για μένα και εγώ για κείνον ο «Μεσσίας». Η έλευση, δηλαδή, του Μεσσία δεν είναι τίποτε διαφορετικό από την αναγνώριση του Άλλου Ανθρώπου, δεν είναι άλλο από την οριζόντια σχέση με το Θείο που προτείνουν οι Ρομαντικοί, σχέση εκούσια, που θέτει σε αμφισβήτηση την κάθετη σχέση η οποία επαφίεται στο «ακουσίως» της ανθρώπινης ύπαρξης υπό το βλέμμα και την βούληση του θεού. Ο Μάρτιν Μπούμπερ, στο έργο του Μονοπάτια στην ουτοπία, επισημαίνει ακριβώς αυτό τον διαχωρισμό ανάμεσα στην Προφητική και την Αποκαλυπτική εσχατολογία, η οποία «μεταβιβάστηκε στην ουτοπία τον καιρό της Γαλλικής Επανάστασης». [...] Μπορεί, λοιπόν, μια συζήτηση για την ουτοπία να μοιάζει θεολογική, αλλά πρέπει να αντιληφθούμε ότι ο «Μεσσίας είναι συλλογικός, είναι η ίδια η ανθρωπότητα […] η καταπιεσμένη ανθρωπότητα» και πως η ουτοπία, αυτός ο τόπος που τον πλησιάζεις και συνεχώς μοιάζει να απομακρύνεται, σου χαράζει την διαδρομή γιατί, όπως επισημαίνει ο Στέφανος Ροζάνης σε μια από τις ομιλίες του που συγκαταλέγονται στον παρόντα τόμο, όταν σε οδηγεί η ουτοπία, γίνεσαι ο εαυτός σου.
Τα κείμενα που περιλαμβάνονται σε αυτό τον τόμο αποτελούν δημόσιες τοποθετήσεις του στοχαστή, ή, όπως θα προτιμούσε η Χάννα Άρεντ, ενός ανθρώπου των Γραμμάτων, του Στέφανου Ροζάνη. Αποτελείται, δηλαδή, από απομαγνητοφωνημένες ομιλίες, άρθρα στον ημερήσιο τύπο και συνεντεύξεις που επικεντρώνονται στις πολιτικές θέσεις του.  Αυτό που χαρακτηρίζει τη σκέψη του Ροζάνη είναι ακριβώς το πνεύμα της ουτοπίας και του Μεσσιανισμού που προανέφερα. Τα κείμενα που δημοσιεύονται εδώ κρατούν ανοιχτό και συνεχίζουν τον διάλογο που ξεκινά με την Ρομαντική Εξέγερση και απορρέει από την Αθήνα του 5ου π.Χ. αιώνα και από τα Χιλιαστικά κινήματα του Μεσαίωνα. Ο Ροζάνης ασκεί έντονη κριτική τόσο στην αστική δημοκρατία όσο και στον λεγόμενο «Υπαρκτό Σοσιαλισμό», μια κριτική που δεν περιορίζεται μόνο στα κακώς κείμενα αλλά εμβαθύνει στην ουσία των προβληματικών. Οι θέσεις του πηγάζουν από την κριτική που ασκούν οι ρομαντικοί στοχαστές στον Διαφωτισμό και τον Ορθό-λόγο, κρατώντας αποστάσεις από κάθε βεβαιότητα. Επιμένει να μιλά για την πολιτική όχι ως τέχνη του εφικτού, αλλά για την πολιτική μέσα από την οντολογία. Αν κάποιος ψάχνει απαντήσεις για το τι θα πρέπει να συμβεί το επόμενο πρωί, δεν θα τις βρει στα κείμενα αυτού του βιβλίου. Ο Ροζάνης δεν περιμένει τον επόμενο Μεσσία αλλά αντιπροτείνει την υπευθυνότητα του ατόμου απέναντι στο άλλο άτομο, ορίζοντας, όπως ο Μπλόχ και ο Μπένγιαμιν, τον άλλο ως Μεσσία. Δεν προσπαθεί να κρυφτεί πίσω από συλλογικότητες, κόμματα και εφήμερους σχηματισμούς, αλλά πιστεύει στην κοινότητα, στην ομάδα που αναδεικνύει το άτομο, που αναγνωρίζει τον Άλλο ως συστατικό στοιχείο της ύπαρξης και δεν τον κατασπαράζει. Ο λόγος του σαφής, βιωματικός και ουδόλως ακαδημαϊκός, φαντάζει σα να προσπαθεί να συνταιριάξει τις αντινομίες της ανθρώπινης ύπαρξης, σαν το σκοτάδι του ανθρώπου να συμπορευθεί με το φώς του δια-φωτισμού.
Απέναντι στον θόρυβο που δημιουργούν οι φωνές που προσπαθούν να μας υποδείξουν το εφικτό και το αναγκαίο, ο Ροζάνης μας θυμίζει το επιθυμητό και την υπέρτατη αξία του οράματος. Μας επισημαίνει ότι μόνο μέσα από αυτό που οραματιζόμαστε, ακολουθώντας αυτό που η βαθιά επιθυμία μας υποδεικνύει, μπορούμε να ανακαλύψουμε τον εαυτό μας. Αν κάθε αντιπροσώπευση είναι έκπτωση εαυτού, τότε κάθε υποδεικνυόμενη ή καθώς πρέπει συμπεριφορά είναι η προσωποποίηση ενός έκπτωτου εαυτού. Αν η ακινησία είναι η μοίρα του νεκρού, τότε κίνηση ονομάζεται η μοίρα του ζωντανού, και όπως ο Στέφανος Ροζάνης έχει επισημάνει: «Όταν βρίσκομαι σε πλήρη συμφωνία με τους πολλούς πρέπει να ανησυχώ...». Γιατί η μοίρα του ζωντανού είναι αυτή η αέναη κίνηση και αντίθετό της είναι η απόλυτη συμφωνία που κρύβει τον κίνδυνο της καθήλωσης, με άλλα  λόγια την μακαριότητα του νεκρού. Για να παραμείνω, λοιπόν, ζωντανός, απαιτείται να κλείσω τις τηλεοράσεις, να φροντίσω να ακούω τις επιθυμίες μου και να πάψω να λειτουργώ ως μηχανάκι που μετράει ανάγκες και επιβεβλημένες αναγκαιότητες. Οφείλω να δώσω χώρο σε αυτό που με καθιστά άμεσα εξεγερτικό, χωρίς να αναμένω τη γη της επαγγελίας. Οφείλω να οργανώνω μια εξέγερση, επικαλούμενος την αέναη κίνηση των πλανητών, απέναντι στην ακινησία κάθε ιδεολογίας που προσπαθεί να με χειραγωγήσει και αντιστρόφως. Διότι κάθε ιδεολογία, κάθε -ισμός, δεν προσπαθεί τίποτε άλλο παρά να με περιορίσει στα τείχη, ή στα χαρακώματα, της αλήθειας που πρεσβεύει ή υιοθετεί. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο ο Ροζάνης μιλά για τη Ρομαντική Εξέγερση και απορρίπτει την έννοια του Ρομαντισμού. Διότι, όταν δημιουργείς ένα σύστημα που παράγει αλήθειες, όπως κάνει κάθε –ισμός, οδηγείσαι, μέσα από διαφορετικούς δρόμους, στον ολοκληρωτισμό της απόλυτης αλήθειας.

Ο Ορέστης Τάτσης είναι σκηνοθέτης θεάτρου

Δεν υπάρχουν σχόλια: